Ἀρχιμανδρίτου Γεωργίου Καψάνη
Καθηγουμένου Ἱ. Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου Ἁγίου Ὄρους
Ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸ κεφάλαιο «Τί εἶναι αἵρεσις», τοῦ βιβλίου
«Ἡ Ὀρθόδοξος Πίστις μας καὶ οἱ πλάνες τῶν Ἰεχωβιτῶν»,
ἔκδοσις τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου, Ἅγιον Ὄρος 2002
Εἶναι σὲ ὅλους τοὺς Χριστιανοὺς γνωστὸ πὼς ὁ πανάγαθος Πλάστης καὶ Πατέρας μας μετὰ τὴν πτώση τοῦ ἀνθρώπου οἰκονόμησε τὴν σωτηρία μας, μὲ τὴν ἐνανθρώπηση τοῦ μονογενοῦς Του Υἱοῦ, τοῦ Κυρίου καὶ Σωτῆρος μας Ἰησοῦ Χριστοῦ.
[…] Δὲν θὰ μποροῦσε νὰ ξαναγυρίσει ὁ ἄνθρωπος στὸν Παράδεισο, στὴν κοινωνία τῆς Ἁγίας Τριάδος, ἐὰν δὲν ἀπέβαλε τὸν ἐγωισμὸ καὶ δὲν ἀποκτοῦσε καὶ πάλι μὲ τὴν μετάνοια τὴν ταπείνωση καὶ τὴν ἀγάπη.
Εἶχε ὅμως τόσο πολὺ ὁ ἄνθρωπος ἀρρωστήσει, ποὺ ἦταν ἀδύνατο μὲ τὶς δικές του δυνάμεις νὰ θεραπευθεῖ. Ἔπρεπε νὰ ἔλθει ἕνας καλὸς γιατρὸς νὰ τὸν σώσει. Τέτοιος γιατρὸς δὲν ὑπῆρχε μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων. Ὑπῆρχε ὅμως στοὺς οὐρανούς. Ὁ μονογενὴς Υἱὸς τοῦ Θεοῦ ἦλθε, πῆρε ἐπάνω τοῦ τὴν ἀρρώστειά μας καὶ μᾶς θεράπευσε. Ἀπὸ τότε, ὅποιος θέλει νὰ σωθεῖ, γνωρίζει τὸν γιατρὸ καὶ τὸ φάρμακο. Εἶναι ἡ μετάνοια, καὶ ἡ ἕνωσις μὲ τὸν Θεάνθρωπο Ἰησοῦ Χριστό, ποὺ μεταδίδει ζωὴ καὶ ἀφθαρσία σὲ ὅσους ἑνωθοῦν μαζί Του μὲ τὸ Βάπτισμα, τὴν Μετάνοια, τὴν Ἱερὴ Ἐξομολόγηση, τὴν Θείαν Εὐχαριστία καὶ τὰ ἄλλα ἅγια Μυστήρια.
Κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ γίνῃ θεὸς μόνος του, ὅπως πίστευσε ὁ Ἀδάμ. Μόνο ὁ Θεάνθρωπος Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι ἡ γέφυρα, ποὺ μᾶς συνδέει μὲ τὸν Πατέρα. Αὐτὸ εἶναι τὸ μήνυμα τῆς σωτηρίας, ποὺ ἔφερε στὸν κόσμο ὁ μονογενὴς Υἱὸς τοῦ Θεοῦ.
Ὅμως τὸ δράμα τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ὅτι, ἐνῶ ἦλθε ὁ Σωτὴρ καὶ μᾶς δίδαξε πὼς νὰ σωθοῦμε κοντά Του, ἐμεῖς μένουμε ἀκόμη μακρυὰ ἀπὸ τὸν Χριστὸ καὶ προσπαθοῦμε νὰ σωθοῦμε μὲ τὶς δικές μας δυνάμεις. Ἔτσι τελικὰ μένουμε ἀλύτρωτοι.
Ὁ ἀνθρωποκεντρισμὸς μετὰ τὴ σάρκωση τοῦ Χριστοῦ πλήττει τὸ ἔργο τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου μὲ πολλὰ μέσα: Τὴν εἰδωλολατρία, στὴν ὁποία ἔχουμε μία φανερὴ λατρεία τῶν κτισμάτων ἀντὶ τοῦ Κτίστου, τὴν φιλοσοφία, στὴν ὁποία ἔχουμε μία προσπάθεια νὰ ἀντικατασταθεῖ ὁ θεῖος λόγος ἀπὸ τὸν ἀνθρώπινο λόγο, καὶ τέλος τὶς αἱρέσεις, στὶς ὁποῖες τὸ κέντρο τῆς σωτηρίας, ὕπουλα καὶ συγκεκαλυμμένα μεταφέρεται ἀπὸ τὸν Θεάνθρωπο Ἰησοῦ Χριστὸ στὸν ἄνθρωπο. Αὐτὴ εἶναι ἡ οὐσία τῶν παλαιῶν καὶ νέων αἱρέσεων, ἂν ἐξετασθοῦν βαθύτερα.
Τὸν Θεάνθρωπο Ἰησοῦ παραμερίζει σήμερα ὁ παπισμός, τοποθετώντας ὡς κέντρο καὶ ὁρατὴ κεφαλὴ ὅλης τῆς Ἐκκλησίας, ἕναν ἄνθρωπο, τὸν «ἀλάθητο» πάπα.
Τὸν Θεάνθρωπο Ἰησοῦ παραμερίζουν καὶ οἱ προτεστάντες, ποὺ ἀπέρριψαν τὸν ἕνα πάπα τῆς Ρώμης, γιὰ νὰ γίνῃ κάθε προτεστάντης πάπας, ἀφοῦ κάθε προτεστάντης, ὡς ἄτομο, εἶναι κριτήριο τῆς ἀλήθειας καὶ μπορεῖ χωρὶς τὴν Ἱερὰ Παράδοση καὶ τὴν Ἐκκλησία νὰ ἑρμηνεύει τὴν Ἁγία Γραφή.
Τέκνα τοῦ προτεσταντισμοῦ εἶναι καὶ οἱ δυστυχεῖς μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ, οἱ ὁποῖοι ξεπέρασαν τὸν πνευματικό τους πρόγονο κατὰ πολύ, καὶ ὄχι ἁπλῶς παραμέρισαν τὸν Θεάνθρωπο, ἀλλὰ καὶ τὸν ὑποβίβασαν σὲ τέλειο ἄνθρωπο, κτίσμα καὶ ἀρχιδοῦλο τοῦ Πατρός.
Ἐπιστρέφουν δηλαδὴ στὴν αἰώνια ἁμαρτία τοῦ Ἀδάμ, τοῦ Ἰούδα καὶ ὅλων τῶν ἀλυτρώτων ἀνθρώπων, τὴν ἁμαρτία τοῦ ἀνθρωποκεντρισμοῦ καὶ τῆς σωτηρίας μόνο διὰ τοῦ ἀνθρώπου.
Ἐὰν ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς δὲν εἶναι Θεάνθρωπος, ἀλλὰ μόνο τέλειος ἄνθρωπος, ὅπως λέγουν οἱ Ἰεχωβίτες, τότε ὁ ἄνθρωπος δὲν σώζεται διὰ τοῦ Θεανθρώπου, ἀλλὰ διὰ τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ ἴδιος δηλαδὴ σώζει τὸν ἑαυτό του. Καὶ φυσικὰ διερωτᾶται κανείς: Τί χρειαζόταν ἡ ἐνανθρώπησις τοῦ Χριστοῦ, ἐὰν ὁ ἄνθρωπος μποροῦσε νὰ σωθεῖ μὲ τὶς δικές του δυνάμεις;
Ὁ ἀνθρωποκεντρισμὸς δηλαδὴ εἶναι ἡ οὐσία καὶ τῆς αἱρέσεως τῶν μαρτύρων τοῦ Ἰεχωβᾶ […].
Πεντηκοστιανῶν Κακοδοξίες
Πρεσβ. Βασιλείου Α. Γεωργοπούλου (M.Th)
Ψευδοπροφητείες Πεντηκοστιανών
Στο πλήθος των χριστιανικών αιρέσεων, που δρουν τόσο στην πατρίδα μας όσο και παγκοσμίως, ανήκουν και οι αυτοαποκαλούμενοι Πεντηκοστιανοί. Με τον ορό Πεντηκοστιανοί ονομάζονται διεθνώς, μαζί με πλήθος επιμέρους προσδιορισμών, εκατοντάδες ακραίες ομάδες του προτεσταντικού χώρου, πολλές εκ των οποίων είναι και αντιτριαδικές.
Βασικά γνωρίσματα του εν λόγω αιρετικού κινήματος είναι η υποτιθέμενη γλωσσολαλιά, οι θεραπείες ασθενών, η προφητεία κ.α., τα οποία είναι κατά τους ισχυρισμούς τους εκδηλώσεις του «Βαπτίσματος με Άγιο Πνεύμα». Βασική πτυχή της πεντηκοστιανής πλάνης είναι και το χάρισμα της προφητείας, το οποίο έχει κατεξοχήν εσχατολογική προοπτική. Ο εσχατολογικός προσανατολισμός των πεντηκοστιανών «προφητειών» είναι άμεσα συνδεδεμένος με ένα ακόμα εκβιαστικό ψυχολογικό γεγονός, το οποίο είναι η αρπαγή της εκκλησίας από τον Χριστό πριν την έλευση του Αντίχριστου, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς τους.
Με τον ορό βεβαίως «Εκκλησία» εννοούν τους εαυτούς τους. Εδώ πρέπει να προσθέσουμε, ότι υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός πεντηκοστιανών ομάδων, που υποστηρίζει ακριβώς το αντίθετο, ότι η αρπαγή δηλαδή θα γίνει μετά την έλευση του Αντίχριστου και τη μεγάλη θλίψη που θα ακολουθήσει. Οι ομάδες αυτές χαρακτηρίζονται ως μεταθλιπτικοί.
Σχετικά ακριβώς με την πεντηκοστιανή διδασκαλία της έλευσης του Χριστού για την «αρπαγή της εκκλησίας», έχει υπάρξει ένας μεγάλος αριθμός ψευδοπροφητειών από Πεντηκοστιανούς, γεγονός που επιβεβαιώνει την πραγματικότητα, ότι το πνεύμα, το οποίο λαμβάνουν και είναι η πηγή των αποκαλύψεών τους δεν είναι το Άγιο Πνεύμα, αλλά πνεύμα πλάνης.
Ψευδοπροφητείες Ελλήνων Πεντηκοστιανών
Ο κ. Λούης Φέγγος, ιδρυτής και ποιμένας της Ελευθέρας Αποστολικής Εκκλησίας της Πεντηκοστής ισχυρίζονταν το 1982, ότι τα δέκα κέρατα του θηρίου της Αποκάλυψης (Αποκ,13,1) ήσαν τα δέκα κράτη τής Ε.Ο.Κ. που ποτέ δεν θα γίνουν περισσότερα, και θα διοικήσουν τον κόσμο με ηγέτη τον Αντίχριστο, που είναι Έλληνας, γι’ αυτό η αρπαγή, έλεγε, θα γίνει στις μέρες μας. Θα αφήσουμε την εν λόγω ψευδοπροφητεία ασχολίαστη, υπενθυμίζοντας μόνο, ότι προ λίγων μηνών τα μέλη της Ευρωπαϊκής κοινότητας έγιναν εικοσιπέντε.
Το Μάρτιο του 1986 στην εφημερίδα «Χριστιανισμός» που είναι το επίσημο όργανο της Ελευθέρας Αποστολικής Εκκλησίας της Πεντηκοστής, δημοσιεύεται άρθρο με τίτλο «Το ρολόι του Θεού κτυπάει και ειδοποιεί». Στο εν λόγω άρθρο, αφού γίνεται μία σειρά συσχετισμών ιστορικών γεγονότων του εικοστού αιώνα με χωρία της Αγίας Γραφής, προειδοποιεί ο συντάκτης του ότι απέμειναν δυο λεπτά καθώς ο μικρός δείκτης δείχνει 12 και ο μεγάλος παρά δύο λεπτά. Και κατέληγε ο συντάκτης: «Ας ετοιμαστούμε να συναντήσουμε τον ερχόμενο Χριστό, για, να μη δούμε τον Αντίχριστο να αποκαλύπτεται» [ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ αρ. φ. 3 Μάρτιος 1986, σελ.1]. Προφανώς τόσα χρόνια μετά δεν εκπληρώθηκε η προφητεία. Αν ήθελε κανείς να χαριτολογήσει, θα έλεγε ότι κάποιος ξέχασε το ρολόι ξεκούρντιστο και σταμάτησαν οι δείκτες.
Από τις πλέον, όμως χαρακτηριστικές Ψευδοπροφητείες των Ελλήνων Πεντηκοστιανών ήταν ο ισχυρισμός τους στην εφημερίδα τους την 1-1-1991, ότι μέσα στη δεκαετία του 1990 επρόκειτο να συμβούν τρία πολύ μεγάλα γεγονότα. Πρώτον, η αρπαγή της εκκλησίας, Δεύτερον ο ερχομός του Αντίχριστου που θα βασανίσει όλους τους ανθρώπους που δεν θα λάβουν αέρος στην αρπαγή, και τρίτον θα γίνει ο τρίτος παγκόσμιος πόλεμος [ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ αρ. φ. 73 Ιανουάριος 1991, σελ.1,4]. Φυσικά τίποτα δεν πραγματοποιήθηκε από τα προφητευόμενα, επιβεβαιώνοντας τον λόγο του Κυρίου, ότι οι ψευδοπροφήτες θα αποκαλύπτονται από τους καρπούς τους (Ματθ. 7. 15-20).
Στην ίδια εφημερίδα. (Ιούλιος 1991, σελ. 6) ξαναπροφητεύεται: «Η ώρα του Αντίχριστου είναι οπωσδήποτε πλησίον: Ο αρχηγός του ευρωπαϊκού κράτους θα είναι ο Αντίχριστος. Κατά το τέλος του 1992 που έχει εξαγγελθεί η ενοποίηση της Ευρώπης, θα δούμε πολύ καθαρά και ίσως και το πρόσωπο του Αντίχριστου». Μία ακόμα βεβαίως ψευδοπροφητεία ανεκπλήρωτη.
Η πλέον κλασική περίπτωση αμερικάνου Πεντηκοστιανού ψευδοπροφήτη είναι του E. Vhisenant. Το βιβλίο του με τίτλο «Ογδόντα οκτώ λόγοι για τους οποίους η αρπαγή θα γίνει το 1988», πούλησε στις ΗΠΑ πάνω από τέσσερα εκατομμύρια αντίτυπα. Όταν φυσικά διαψεύστηκε, με κωμικές δικαιολογίες για την αποτυχία του, εξέδωσε ένα νέο βιβλίο με τίτλο «Η τελευταία κραυγή. Αναφορά στην αρπαγή του 1989», πουλώντας φυσικά κάποιες χιλιάδες αντίτυπα. Βεβαίως, οι αναγνώστες του και οι Πεντηκοστιανοί που τον πίστευαν αναμένουν ακόμα την αρπαγή τους και την δευτέρα Έλευση του Χριστού.
Η D. Miller στο βιβλίο της «Αγρυπνείτε και ετοιμάζεστε. Εκατομμύρια εξαφανίζονται το 1992» προφήτευε και όριζε την αρπαγή το 1992. Αντιθέτως, ο C.TAYLOR, εκδότης Πεντηκοστιανού περιοδικού, «έχοντας άλλη αποκάλυψη», όριζε την αρπαγή τον Σεπτέμβριο του 1994, ενώ ο Πεντηκοστιανός πάστορας Johy Hikle όριζε την αρπαγή της εκκλησίας και την επιστροφή του Χριστού στις 9 Ιουνίου 1994.
Νομίζουμε, ότι με τα όσα αναφέραμε γίνεται αντιληπτό, πώς στο χώρο των λεγομένων Πεντηκοστιανών δεν επιδημεί το Πανάγιο Πνεύμα, αλλά το πνεύμα της πλάνης. Ήδη από την Παλαιά Διαθήκη ο Θεός μας προειδοποιεί, ότι γνώρισμα των ψευδοπροφητών είναι η μη πραγματοποίηση και η μη επαλήθευση των λόγων τους.
Για όσους όμως παρασύρθηκαν και πίστευσαν τις κακοδοξίες και ψευδοπροφητείες των Πεντηκοστιανών, χαρακτηριστικοί είναι εν προκειμένω οι λόγοι του Ευαγρίου Ποντικού: «Λόγοι αιρετικών άγγελοι θανάτου, και ο δεχόμενος αυτούς απολεί την εαυτού ψυχήν».
ΨΕΥΔΟΘΕΡΑΠΕΙΕΣ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΙΑΝΩΝ
Στα βασικά γνωρίσματα της πεντηκοστιανής πλάνης ανήκει και ο ισχυρισμός τους περί της θεραπείας διαφόρων ασθενειών ως τεκμήριο και απόδειξη της παρουσίας του Αγίου Πνεύματος στη ζωή τους, μετά το λεγόμενο «βάπτισμά τους με Άγιον Πνεύμα».
Πρόκειται όμως για πραγματική θεραπεία ασθενειών, όπως μετά πείσματος υποστηρίζουν οι διάφοροι Πεντηκοστιανοί των ποικίλων τάσεων και αποχρώσεων; Ποια η γνησιότητα των εν λόγω «θεραπειών»; Έχουμε παρουσία χαρίσματος ιαμάτων, ως δωρεά του Αγίου Πνεύματος στο χώρο της πλάνης, και μάλιστα σε ομάδες που ορισμένες εξ αυτών είναι και Αντιτριαδικές; Αναμφιβόλως όχι.
Η πραγματικότητα είναι τελείως διαφορετική απ’ ό,τι ισχυρίζονται οι Πεντηκοστιανοί. Άλλες θεραπείες είναι ψευδοθεραπείες, που προβάλλονται τεχνηέντως από τους ίδιους για εσωτερική κατανάλωση και εξωτερική προβολή, και άλλες είναι ενέργειες του πονηρών πνευμάτων, σύμφωνα με την διδασκαλία της Αγίας Γραφής και των Πατέρων της Εκκλησίας.
Θα αναφέρουμε τρεις χαρακτηριστικές μαρτυρίες, οι οποίες επιβεβαιώνουν, κατά τρόπο νομίζουμε ρεαλιστικό, τον ισχυρισμό μας περί ψευδοθεραπειών. Μάλιστα οι δύο εξ αυτών προέρχονται όχι από τον ορθόδοξο χώρο, αλλά αποτελούν ενδοπροτεσταντική κριτική στους ισχυρισμούς των Πεντηκοστιανών. Γι’ αυτό και έχουν ιδιαίτερη βαρύτητα. Μεγάλη επίσης σπουδαιότητα έχει και η τρίτη μαρτυρία, που προέρχεται από έναν αδελφό, ο οποίος υπήρξε επί 11 χρόνια Πεντηκοστιανός.
α) Η πρώτη μαρτυρία
Προέρχεται από το προτεσταντικό υπερδογματικό περιοδικό «Τυχικός». Σε άρθρο του εν λόγω περιοδικού, με τίτλο «θρησκευτικά [χριστιανικά] ψέματα», αναφέρονται και τα εξής: «Δεν είναι λίγοι αλλοδαποί ιεροκήρυκες που περιέρχονται τις εκκλησίες της Πεντηκοστής διηγούμενοι τα πιο απίθανα “θαύματα” (που όμως πάντοτε γίνονται στο εξωτερικό και ποτέ στην Ελλάδα)…» [www.sdg-com.gr/tyxikos/01-78-4.html]. Αυτά λοιπόν τα «απίθανα θαύματα», τα οποία ο Έλληνας προτεστάντης τα χαρακτηρίζει ως ψευδή, από τους Πεντηκοστιανούς παρουσιάζονται ως δήθεν δωρεές του Αγίου Πνεύματος.
β) Η δεύτερη μαρτυρία
Η δεύτερη μαρτυρία είναι οι αναφορές ενός δραστήριου Πεντηκοστιανού. Στο εξαιρετικά ογκώδες και πυκνογραμμένο, πεντηκοστιανό βιβλίο με τίτλο «Παγκόσμια Πεντηκοστή. Μια Πεντηκοστιανή – Χαρισματική Εγκυκλοπαίδεια» [σελ.678], σχετικά με τις θεραπείες των Πεντηκοστιανών, συν τις άλλοις, αποκαλύπτει και αναφέρει ότι από διάφορους Πεντηκοστιανούς θεραπευτές:
• Χρησιμοποιήθηκαν: «τεχνικές της θεραπείας, τα ψευτοθαύματα η οικονομική εκμετάλλευση του Θρησκευτικού συναισθήματος» [σελ.679].
Επισημαίνει: «Το γεγονός είναι ότι ουδείς εξ αυτών είχε “χάρισμα θεραπείας” αλλά ίσως μερικοί ένα “χάρισμα πίστεως” σε συνδυασμό με την πίστη των πιστών» [σελ.679].
• Τονίζει: «οι προφασιζόμενοι ότι κατέχουν “χάρισμα θεραπείας”, μη έχοντας τις δυνάμεις που προφασίζονται αρχίζουν να λέγουν ότι “φταίει” ο πιστός που δεν γίνεται το θαύμα ή ότι έγινε το θαύμα αοράτως και αναισθήτως και η θεραπεία θα εκδηλωθεί αργότερα» [σελ.679]
• Αναφέρεται σε «θεραπείες θερμοκηπίου» όπως χαρακτηριστικά τις ονομάζει, «μη οφειλόμενες σε κάποιο χάρισμα. Ο καθένας που θα έκανε μια προσευχή σ’ ένα τέτοιο, υψηλής αφιέρωσης αλλά και συναισθηματικής φόρτισης περιβάλλον, θα είχε αποτέλεσμα είτε από την ενέργεια της πίστης είτε από ενθουσιαστικό παραλήρημα» [σελ.680-681].
«Ομολογεί ότι:«στους πιστούς, σχετικά με τις μεθόδους, πρέπει να ειπωθεί ότι εξασκήθηκαν μέθοδοι εντυπωσιασμού και ψυχολογικών τρυκ με την συνδρομή μουσικής που δημιουργεί τεχνητή έξαρση, ενώ καλούνταν οι πιστοί να έχουν τυφλή πίστη σε κάθε δήλωση των θεραπευτών» [σελ.682].
Θα ολοκληρώσουμε την αναφορά μας στο εν λόγω πεντηκοστιανό βιβλίο, επικαλούμενοι μια ακόμη μαρτυρία από το πλήθος που παρατίθενται, σχετικά με τις ψευδοθεραπείες των Πεντηκοστιανών. Αναφέρεται λοιπόν ότι «οι σεβαστοί, με παγκόσμιο κύρος Πεντηκοστιανοί ηγέτες Gordon Lindsay και DONALD GEE μίλησαν ανοικτά για “απάτες και τρυκ“» [σελ.683].
Είναι νομίζουμε σαφές, και εκτός πάσης αμφιβολίας, ύστερα από όλα αυτά που αναφέραμε, ότι τα χαρίσματα ιάσεων, που υποτίθεται ότι λαμβάνουν οι Πεντηκοστιανοί, είναι εκδηλώσεις και ενέργειες των πονηρών πνευμάτωνκαι φαινόμενα απατηλά κατά την αγιοπατερική διδασκαλία.
γ) Η τρίτη μαρτυρία
Το τρίτο περιστατικό είναι ή καταγεγραμμένη και δημοσιευμένη ομολογία ενός πρώην Πεντηκοστιανού. Η γνώμη του έχει βαρύτητα, ακριβώς γιατί ευρισκόμενος έντεκα χρόνια μέσα στην πλάνη των Πεντηκοστιανών η εμπειρία – μαρτυρία που καταθέτει, είναι πολλαπλώς επιβεβαιωμένη.
Αναφέρει, λοιπόν, ο πρώην Πεντηκοστιανός αδελφός κ. Χ. Γ: «Έχω δει παράλυτο να περπατά από τη στιγμή που γλωσσολάλησε ένας χαρισματικός πάστορας, όμως αυτή η θεραπεία δεν είχε διάρκεια. Η δικαιολογία τους γι’ αυτό ήταν ότι ο άνθρωπος αμάρτησε ξανά και ο Θεός ανακάλεσε τη θεραπεία! (…).
“Θαύματα” γίνονται κάθε Κυριακή στις χαρισματικές εκκλησίες. Είναι το συνηθισμένο τους σόου. Ακούς να λένε ότι κάποιος θεραπεύτηκε από αρρώστια ή καρκίνο ή ο,τιδήποτε, αλλά ποτέ δεν βλέπεις αποδείξεις».
Και το περιστατικό αυτό νομίζουμε ότι επιβεβαιώνει κατά τρόπο ανεπίδεκτο παρερμηνειών τον τίτλο του μικρού αυτού άρθρου σχετικά με τις πολυδιαφημιζόμενες «θεραπείες»- εμπειρίες των Πεντηκοστιανών. Πρέπει επίσης να επισημάνουμε ότι ορισμένες φορές στο χώρο της πεντηκοστιανής πλάνης, εκτός από τις ψευδοθεραπείεςπου θεωρούνται εκδηλώσεις του Αγίου Πνεύματος, λαμβάνουν χώρα μεταξύ τους και πλείστες μεθοδείες των πονηρών πνευμάτων, που εξωτερικά εντυπωσιάζουν.
Ο ορθόδοξος χριστιανός, όμως, γνωρίζει πολύ καλά, ότι σύμφωνα με τους αγίους Πατέρες, είτε κατά παραχώρηση Θεού είτε κατά φαντασία, ψευδοθαύματα που προκαλούν στους αστήριχτους εντυπωσιασμό κάνουν και οι δαίμονες (Εξοδ. 7.11-22. 8,7-17. Πράξ. 8,9-16,16-18).
Γι’ αυτό έχοντας ακράδαντη την πεποίθηση, ότι η Εκκλησία ως σώμα Χριστού είναι ο μοναδικός χώρος σωτηρίας του, δεν εντυπωσιάζεται από κανένα φαινόμενο το οποίο ενεργείται στο χώρο της πλάνης. Αντιθέτως, με την πρέπουσα σύνεση και διάκριση θυμάται πάντα ότι στην Αγία Γραφή ο Θεάνθρωπος και οι άγιοι Απόστολοι μας έχουν προειδοποιήσει ότι ο σατανάς «μετασχηματίζεται εις άγγελον φωτός» (Β Κορ. 11,14), ότι «πονηροί δε άνθρωποι και γόητες προκόψουσιν επί το χείρον, πλανώντες καί πλανώμενοι» (Β Τιμ. 3,4), και γι’ αυτό «Μη παντί πνεύματι πιστεύετε, αλλά δοκιμάζεται τα πνεύματα ει εκ Θεού εστίν» (Α Ιωάν. 4.1), καθώς «Αποστήσονταί τίνες της πίστεως, προσέχοντες πνεύμασι πλάνοις και διδασκαλίας δαιμονίων» (Α’ Τιμ. 4.1).
Η γλωσσολαλιά των Πεντηκοστιανών
Μια από τις βασικότερες κακοδοξίες της Πεντηκοστιανής πλάνης και το κατ’ εξοχήν εξωτερικό κριτήριο με το οποίο οι ποικίλες πεντηκοστιανές ομάδες θεωρούν κάποιον ως σεσωσμένο είναι το χάρισμα της γλωσσολαλιάς το οποίο αντιλαμβάνονται ως προσωπική πλήρωση του καθενός με Άγιον Πνεύμα, επανάληψη του γεγονότος της Πεντηκοστής, όπως συνέβη στους αγίους Αποστόλους.[www.Pentecost.gr/Greece/history%20keim.htm. H. D.Reimer. Pfingstbewegung, Munehen 1995, σελ. 961-962].
Η λεγόμενη γλωσσολαλιά είναι απόδειξη σύμφωνα με τους Πεντηκοστιανούς του «βαπτίσματός τους με Άγιον Πνεύμα» [Α.-Σ. Μακφέρσον, Σύμβολον της Πίστεως.The four Square Gospel. Σελ.19-21. Λυμπέρης Σιολόγκας, Βήματα που οδηγούν στις ευλογίες του Θεού. Σελ.17] και εγγύηση ότι θα τους παραλάβει ο Χριστός κατά την αρπαγή της εκκλησίας, πριν την έλευση του Αντίχριστου, συμφώνως με μια άλλη κακοδοξία τους.
Ταυτοχρόνως, υποτίθεται, είναι και κριτήριο πιστοποίησης ότι ανήκει κάποιος στην εκκλησία και είναι ζωντανό μέλος της, καθώς σύμφωνα με τους πλανεμένους ισχυρισμούς τους, η αληθινή εκκλησία στους έσχατους καιρούς έχει ως αληθινό γνώρισμα την γλωσσολαλιά.
Ως απόδειξη των ισχυρισμών τους επικαλούνται πλήθος αγιογραφικών χωρίων που έχουν σχέση με την παρουσία του χαρίσματος της γλωσσολαλιάς στα χρόνια των Αποστόλων. Ποια σχέση έχουν όμως τα χωριά που αναφερόνται στο χάρισμα της γλωσσολαλιάς, όπως υπήρχε στην αρχαία Εκκλησία, με το φαινόμενο της γλωσσολαλιάς των Πεντηκοστιανών; Αναμφιβόλως καμία. Επιπλέον, όχι μόνο δεν έχουν σχέση, γιατί τα παρερμηνεύουν αλλά και γιατί οι ισχυρισμοί και οι εμπειρίες γλωσσολαλιάς των Πεντηκοστιανών βρίσκονται σε ριζική αντίθεση με την Αγία Γραφή.
Ενδεικτικώς θα επισημάνουμε τα εξής:
Επικαλούνται την προφητεία του Ιωήλ 3.1-2 θεωρώντας ως έκχυση του Πνεύματος στις έσχατες ήμερες τα φαινόμενα του χώρου τους. Έσχατες ημέρες όμως στο εν λόγω χωρίο θεωρείται η πρώτη έλευση του Χριστού γι’ αυτό ο Απ. Πέτρος στο Πράξ. 2,16 αναφέρει ότι η προφητεία εκπληρώθηκε ήδη την ημέρα της Πεντηκοστής. Την ημέρα της Πεντηκοστής οι Άγιοι Απόστολοι μιλούν ξένες γλώσσες υπαρκτές, γνώριμες, κατανοητές (Πράξ. 2,4).
Αυτό επιβεβαιώνεται από δεκάδες ανθρώπους διαφορετικής καταγωγής, που άκουγαν και κατανοούσαν τα μεγαλεία του Θεού καθένας στη γλώσσα του (Πράξ. 2, 6-8,11).
Αντιθέτως, στις συναθροίσεις των Πεντηκοστιανών όσοι γλωσσολαλούν βγάζουν κραυγές άναρθρες, λέγουν λέξεις ακατανόητες, άγνωστες, ακατάληπτες, φράσεις ασύνταχτες που ορισμένες φορές μοιάζουν με παραλήρημα και συνοδεύεται κατά περίπτωση και με σπασμούς του σώματος.
Κατά τον Απόστολο Παύλο δεν μπορεί να έχουν όλοι το χάρισμα της γλωσσολαλιάς (Α’ Κορ.12,4-11, 30).
Το αντίθετο ισχυρίζονται οι Πεντηκοστιανοί, καθώς θεωρείται εκ των ων ουκ άνευ απόδειξη πληρώσεως του πιστού με Άγιο Πνεύμα. Κατά τον απόστολο Παύλο, επίσης το χάρισμα της γλωσσολαλιάς τοποθετείται τελευταίο στη σειρά των χαρισμάτων (Α’ Κορ. 12,8-10, 28). Οι Πεντηκοστιανοί εν προκειμένω αντιστρέφουν τη σειρά και το θεωρούν πρώτο, κύριο και βασικό.
Η Αγία Γραφή αναφέρει ότι η γλωσσολαλιά δόθηκε τότε ως υπερφυσικό σημείο όχι για τους πιστούς αλλά για τους απίστους, για να παρακινηθούν και να πιστεύσουν (Α’ Κορ. 14, 22).
Το αντίθετο διδάσκουν οι Πεντηκοστιανοί, καθώς το θεωρούν ως το κατ’ εξοχήν σημείο βεβαίας σωτηρίας.
Θα ολοκληρώσουμε τις παρατηρήσεις μας με μία ακόμα επισήμανση καίριας σημασίας που αναφέρεται στο χαρακτήρα των εμπειριών της γλωσσολαλιάς των Πεντηκοστιανών. Ενώ τα χαρίσματα που χορηγεί ο Θεός στην Εκκλησία δίνονται ελεύθερα και αβίαστα με σκοπό την κατά Χριστόν αύξηση και ενότητα του Σώματός Του (Α΄Κορ.12), η γλωσσολαλιά των Πεντηκοστιανών είναι καρπός διαφόρων τεχνικών, ενθουσιαστικών εκδηλώσεων, συναισθηματική φόρτισης, υποβολής και ψυχολογικών πιέσεων.
Νομίζουμε ότι γίνεται κατανοητό, εξ όσων αναφέραμε, ότι η γλωσσολαλιά των συγχρόνων πεντηκοστιανών δεν έχει καμία σχέση με το χάρισμα της γλωσσολαλιάς της αρχαίας Εκκλησίας. Είναι ενεργήματα του πνεύματος της πλάνης, που μετασχηματιζόμενο σε άγγελο φωτός τα παρουσιάζει ως δήθεν καρπούς – εμπειρίες της πλήρωσης τους με Άγιον Πνεύμα. Αυτό επιβεβαιώνεται και από το γεγονός ότι υπάρχουν πεντηκοστιανές ομάδες που έχουν γλωσσολαλιά αλλά είναι αντιτριαδικές. Εν προκειμένω είναι σαφές ποιο πνεύμα επιδημεί και σ’ αυτές.
Θα ολοκληρώσουμε την αναφορά μας στο θέμα της γλωσσολαλιάς των Πεντηκοστιανών παραθέτοντας τις απόψεις δύο Ελλήνων προτεσταντών. Η σημασία και η σπουδαιότητά τους είναι προφανής, καθώς αποτελεί ενδοπροτεσταντική κριτική, δηλαδή κριτική προτεσταντών προς προτεστάντες Πεντηκοστιανούς για το θέμα της γλωσσολαλιάς, με μοναδικό οδηγό την Αγία Γραφή.
Σύμφωνα λοιπόν, με τον ένα Έλληνα προτεστάντη το λεγόμενο «βάπτισμα με Άγιο Πνεύμα» των Πεντηκοστιανών του οποίου καρπός είναι η γλωσσολαλιά, είναι αντίληψη, λαθεμένη, «χωρίς κανένα απολύτως στήριγμα στην Αγια Γραφή (···) Ξεφύλλισε προσεχτικά την Καινή Διαθήκη και πουθενά δε θα συναντήσεις το βάπτισμα του Αγίου Πνεύματος σαν κάτι ξεχωριστό από την αναγέννηση.» [Γ.Α. Χατζηαντωνίου. Το Άγιο Πνεύμα. Οι δυο φάσεις του έργου του, στο Φωνή του ευαγγελίου, 57, Φεβρ. 1997. σελ.62]
Και κατά τον άλλο: «η γλωσσολαλιά και τα θαύματα είναι δύο από τα κατ’ εξοχήν αποτελεσματικά μέσα που ο Διάβολος, μιμούμενος τον Θεό, μεταχειρίζεται μέχρι σήμερα για τους σκοτεινούς σκοπούς του» [Γερ. Ζερβόπουλου, Πνευματικά. Ελληνικές Ελεύθερες Εκκλησίες εξωτερικού, σελ.97]. Επιπλέον, θεωρεί ότι «η γλωσσολαλιά σήμερα δεν είναι μόνο ένα χάρισμα περιττό, αλλά και επικίνδυνο» και αναφέρει την παρερμηνεία των Πεντηκοστιανών. «οι όποιοι στηρίζουν την ακατανόητη γλωσσολαλιά στο συμβάν της Πεντηκοστής, απ’ όπου πήραν και το όνομα τους, παρά το γεγονός ότι στην Πεντηκοστή οι μαθητές δεν μίλησαν ακατανόητες γλώσσες, αλλά μίλησαν γήινες, ανθρώπινες γλώσσες, που ήσαν αμέσως και πλήρως κατανοητές από τους ακούοντας». [Γερ. Ζερβόπουλου, όπ.π, σελ.105]
Και στο θέμα της γλωσσολαλιάς λοιπόν των Πεντηκοστιανών, ο Ορθόδοξος χριστιανός πρέπει να έχει υπ’ όψη του τα λόγια του αποστόλου Παύλου «συ δε μένε εν εις έμαθες και επιστώθης, ειδώς παρά τίνος έμαθες» (Β’ Τιμ. 3, 14). (Σημείωση της ΟΟΔΕ: Για μια Ορθόδοξη ανάλυση του βαπτίσματος του Αγίου Πνεύματος, δείτε το ψηφιακό μας βιβλίο: “Το βάπτισμα του Αγίου Πνεύματος στην Καινή Διαθήκη“).
Η Αρπαγή της Εκκλησίας και η χιλιετής Βασιλεία
Βασικό γνώρισμα πολλών αιρετικών ομάδων είναι η ύπαρξη στη διδασκαλία τους και ψυχολογικών εκβιαστικών διλημμάτων, τα οποία μάλιστα τα παρουσιάζουν αγιογραφικές διδασκαλίες, μέσω των οποίων ασκούν μια μορφή πνευματικής τρομοκρατίας στα δυστυχή θύματα τους. Από την κατηγορία αυτή φυσικά δεν μπορούν να εξαιρεθούν οι Πεντηκοστιανοί.
Το κατεξοχήν ψυχολογικό εκβιαστικό γεγονός και ταυτοχρόνως θεμελιώδης διδασκαλία κάθε αποχρώσεως Πεντηκοστιανής ομάδας είναι η λεγόμενη «Αρπαγή της Εκκλησίας».
Τι εννοούν όμως οι Πεντηκοστιανοί όταν αναφέρονται στην αρπαγή της Εκκλησίας;
Σύμφωνα λοιπόν με τους ισχυρισμούς τους:
«Ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός θα κατέβει από τον ουρανό, θα ακουστεί μια φωνή αρχαγγέλου και θα σαλπίσει ο ίδιος, ο Θεός, με την “έσχατη σάλπιγγα”, θα αναστηθούν όλοι όσοι έχουν πεθάνει “εν Χριστώ” και εμείς που θα ζούμε αυτή τη στιγμή θα αρπαχθούμε σε συνάντηση του Κυρίου. Η συνάντηση· αυτή θα γίνει στον αέρα. Ο Κύριος θα κατεβεί πριν από την μεγάλη καταστροφή του κόσμου, να συνάξει τους πιστούς Χριστιανούς για να αποφύγουν αυτήν την μεγάλη συμφορά».
Αν θελήσουμε να αναλύσουμε περισσότερο τους Πεντηκοστιανούς ισχυρισμούς, τότε πρέπει να αναφέρουμε ότι οι Πεντηκοστιανοί θεωρούν τους εαυτούς τους ως πιστούς χριστιανούς που θα αναστήσει ο Κύριος, που θα αρπαχθούν στον αέρα για να τον συναντήσουν, για να αποφύγουν τη μεγάλη θλίψη κατά την περίοδο του Αντίχριστου. Αυτό γίνεται κατανοητό, γιατί κατά τις κακοδοξίες τους μόνο όσοι έχουν «βαπτιστεί με Άγιο Πνεύμα» και έχουν γλωσσολαλιά είναι αποδεδειγμένα πιστοί. Όποιος δεν γλωσσολαλεί θα παραμείνει στη γη και θα βασανιστεί από τον Αντίχριστο.
Πότε όμως θα γίνει η αρπαγή;
Σε προηγούμενο άρθρο μας [Βλ. Λ.Φέγγου, Εμείς περιμένουμε «την μακαριά ελπίδα», την αρπαγή της εκκλησίας, στο ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ αρ. φ. 77, Μάριος 1991, σελ. 1. Πρβλ. ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ, αρ. φ. 12, Δεκέμβρης 1986, σελ. 4. ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ αρ. φ. 32 Αύγουστος 1988, σελ. 1. ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ αρ. φ. 68, Νοέμβριος 1990. σελ. 1, ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ αρ. φ. 207, Φεβρουάριος 2001, σελ 1. Άλκ.Τζελέπη, Πολεμικές συγκρούσεις των εσχάτων καιρών, σελ 240-241], έχουμε αναφέρει, ότι σχετικά με τον χρόνο που θα γίνει η λεγόμενη αρπαγή έχουν υπάρξει από Έλληνες και ξένους Πεντηκοστιανούς πλήθος ψευδοπροφητειών.
Εδώ ενδεικτικά θα παραπέμψουμε πάλι σε δικά τους κείμενα, για να φανεί σε συνδυασμό και με τα παραπάνω, ακριβώς το εκβιαστικό ψυχολογικό υπόβαθρο της διδασκαλίας τους περί αρπαγής της Εκκλησίας.
Διακήρυττε ένας Πεντηκοστιανός, ιδρυτής μιας πεντηκοστιανής ομάδας τον Αύγουστο του 1988 : «Η εσχάτη σάλπιγγα οπού να’ ναι θα ηχήσει. “Γίνεσθε έτοιμοι” Όποιος είναι έτοιμος θα φύγει, όποιος δεν είναι έτοιμος θα μείνει να περάσει την ώρα του πειρασμού, ήτις μέλλει να έλθει επί της οικουμένης όλης» [Λ.Φέγγου, Η Έσχατη Σάλπιγγα θα ηχήσει. «Γίνεσθε έτοιμοι» ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ, αρ.φ. 32, σελ.1].
Ο ίδιος δύο χρόνια αργότερα, το Νοέμβριο του 1990, ανέφερε:«Ο Ιησούς Χριστός έρχεται. Η ώρα πλησίασε πραγματικά και τα χρόνια είναι μετρημένα» [ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ, αρ.φ.68, Νοέμβριος 1990, σελ.1].
Ένας άλλος Πεντηκοστιανός ποιμένας, είχε προφητεύσει ότι τη δεκαετία του 1990 θα συμβεί η αρπαγή, της εκκλησίας, η έλευση του Αντίχριστου και ό τρίτος παγκόσμιος πόλεμος. [Κ.Κονδύλη, Η δεκαετία των μεγάλων γεγονότων. ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ,αρ.φ. 73, Ιανουάριος 1991, σελ.1,4].
Ο ίδιος αναφέρει πάλι, το Φεβρουάριο του 2001, σχετικά με την αρπαγή: «Η σοβαρότητα των ημερών μας φανερώνεται από αυτά τα όποια συμβαίνουν επάνω στον κόσμο αυτό και δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι διερχόμαστε ήδη τις τελευταίες ημέρες επάνω στον κόσμο αυτό» [Κ.Κονδύλη, Η πόρτα κλείνει. Ο Χριστός έρχεται. ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ,αρ.φ.207, Φεβ.2001, σελ.1].
Στην ίδια ακριβώς γραμμή, άλλοι Πεντηκοστιανοί σε ιστοσελίδα τους στο διαδίκτυο αναφέρουν για ανθρώπους που «αναγεννώνται, βαπτίζονται με Άγιο Πνεύμα και προσμένουν τον Κύριο μας Ιησού Χριστό να αρπάξει την Εκκλησία του. Για λίγο ακόμα η πόρτα της χάρης του Χριστού είναι, ανοικτή. Προλαβαίνεις να μπεις και συ, σήμερα. Αύριο ίσως είναι πολύ αργά» [www.greekbiblos.gr/22.htm].
Και συνεχίζουν άλλου: «Ο Κύριος έρχεται. επίκειται η αρπαγή της Εκκλησίας» [www.greekbiblos.gr/16.htm. βλ. και «Η όψιμη βροχή» Στο Η Φωνή του Ευαγγελίου, Φεβ. 1999, σελ. 93-95].Όσοι δε θα λάβουν μέρος στην αρπαγή, λέγουν, θα μείνουν στη γη για να υποφέρουν κατά την περίοδο της μεγάλης θλίψης, την επταετία του Αντίχριστου. Με το τέλος της επταετίας του Αντίχριστου, θα επιστρέψει ο Χριστός μαζί με τους αρπαγέντες Πεντηκοστιανούς από τους ουρανούς, θα καταστρέψει τον Αντίχριστο και θα συμβασιλεύσουν μαζί στη γη για χίλια χρόνια.
Αν αξιολογήσουμε όμως τους ισχυρισμούς των Πεντηκοστιανών σχετικά με την αρπαγή της εκκλησίας, θα παρατηρήσουμε ότι βρίσκονται σε ριζική αντίθεση με τη διδασκαλία του Κυρίου και των αγίων Αποστόλων. Ως συνέπεια της αρπαγής, οι Πεντηκοστιανοί διδάσκουν τμηματική ανάσταση των νεκρών, των μεν πιστών προ τής Αρπαγής, των δε απίστων στο τέλος της χιλιετούς βασιλείας.
Αντιθέτως, η Αγία Γραφή αναφέρει για καθολική ανάσταση των νεκρών (Ιωάν. 5,28. Α’ Κορ. 15, 51-52 Άποκ. 20,12).
Διδάσκουν δυο επανόδους του Χριστού στη γη, μία για την αρπαγή και μια για την καταστροφή του Αντίχριστου και την εγκαθίδρυση της χιλιετούς βασιλείας.
Αντιθέτως, η Αγια Γραφή ομιλεί για μία και μοναδική επιστροφή του Χριστού μόνο κατά τη Δευτέρα Παρουσία Του (Ματθ.24,27, Μαρκ. 13,26, Λουκ. 17,24, κ.λ.π.).
Τα χωρία που επικαλούνται για την αρπαγή αναφέρονται στη Δεύτερα Παρουσία του Χριστού. Γι’ αυτό δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι η Αγία Γραφή αναφερόμενη στο γεγονός της επιστροφής του Κυρίου χρησιμοποιεί πάντα ενικό («παρουσία»), και δεν κάνει χρονική διάκριση παρουσιών, άλλη για τη δήθεν αρπαγή, και άλλη για Δευτέρα Παρουσία(Α’ Κορ.15, -23, Α’ θεσ. 2,19, 3,13, 4,15, Β’ θεσ. 2,1- 2,8-9, Ιακ. 5,7, Β’ Πετρ. 3,12, Α’ Ιωάν. 2,28).
Ισχυρίζονται ότι θα γίνει η αρπαγή των πιστών για να μην περάσουν τη μεγάλη θλίψη κατά την επταετία του Αντίχριστου.
Η Αγία Γραφή αντιθέτως διδάσκει, ότι οι πιστοί την εποχή του Αντίχριστου θα είναι στη γη και θα δοκιμαστούν σκληρά από τον Αντίχριστο (Δαν. 7,21, Αποκ. 13,7, 20,4).
Γι’ αυτό ο Θεός «δια δε τους εκλεκτούς κολοβωθήσονται αι ημέραι εκείναι» (Ματθ. 24,22-23). Μία ακόμα λοιπόν απόδειξη ότι δεν υπάρχει αρπαγή των πιστών προ της μεγάλης θλίψης, όπως κακοδόξως ισχυρίζονται οι πάσης φύσεως Πεντηκοστιανοί.
Αντίθετος επίσης στην Αγία Γραφή είναι και ο ισχυρισμός τους ότι θα επιστρέψει πάλι ο Χριστός στη γη με τους αρπαγέντες Πεντηκοστιανούς για την εγκαθίδρυση επιγείου χιλιετούς βασιλείας μετά την επταετία του Αντιχρίστου.
Η Αγία Γραφή αναφέρει ότι θα επιστρέψει ο Κύριος μόνο μία φορά κατά τη Δευτέρα Παρουσία Του με δόξα, για να κρίνει ζώντας και νεκρούς συνοδευόμενος αγίους αγγέλους και όχι από Πεντηκοστιανούς (Ματθ. 25,31. Μαρκ. 13,26-27).
Στο ερώτημα, εάν συμφωνούν όλοι οι Πεντηκοστιανοί ειδικά αλλά και οι προτεστάντες γενικότερα, για το αν θα υπάρξει αρπαγή της εκκλησίας προ της μεγάλης θλίψης, η απάντηση είναι όχι.
Υπάρχουν τρεις τάσεις A.Cleason-P.Feinberg-D.Moo-R.Reiter, The Raprure. Pre, Mid or Post-Tribulational?, Grand Rapids, Michingan 1984.
Η πρώτη τάση υποστηρίζει ότι η αρπαγή θα γίνει προ της μεγάλης θλίψης και είναι γνωστοί ως Dispensationalists, η δεύτερη τάση που υποστηρίζει ότι η αρπαγή θα γίνει μετάτην μεγάλη θλίψη και είναι γνωστοί ως Premillennialists, και η τρίτη τάση, που διαφοροποιείται ως προς το χρόνο έναρξης της χιλιετούς βασιλείας και είναι γνωστοί ως Postmillennialists.
Πρέπει επίσης, εν προκειμένω, να επισημάνουμε ότι πολλοί από τους πρώτους Πεντηκοστιανούς του εικοστού αιώνα είχαν προφητεύσει ως μεγάλη θλίψη τον Α Παγκόσμιο πόλεμο. www.jesusportal.org/magazine/article9-4.html
Θα ολοκληρώσουμε την αναφορά μας στην περί αρπαγής της Εκκλησίας πλάνη των Πεντηκοστιανών, παραθέτοντας ενδεικτικά και τη γνώμη ενός Έλληνα προτεστάντη [Σημείωση της σελίδας του Εγκολπίου: Ο εν λόγω εκδότης δεν ανήκει πλέον στον προτεσταντικό χώρο αλλά στην Ορθοδοξία]. Πρόκειται για τον εκδότη και διευθυντή του ελληνικού (πρώην) προτεσταντικού περιοδικού «Ο Ερευνητής της Αλήθειας» που αφιερώνει το τεύχος 24 (Σεπτ.- Νοεμ. 2003) του εν λόγω περιοδικού αποκλειστικώς στις αντιλήψεις των Πεντηκοστιανών περί της αρπαγής. Χαρακτηρίζει, λοιπόν, τη διδασκαλία περί αρπαγής «ως αντιβιβλική και επικίνδυνη» και τη θεωρεί «απατηλό μήνυμα που δίνει ψεύτικη ελπίδα ασφάλειας». Ο ΕΡΕΥΝΗΤΗΣ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ, αρ.τ. 24, Σεπτ.- Νοεμ. 2003, σελ. 10
Το πιο σπουδαίο όμως είναι ότι στο εν λόγω προτεσταντικό περιοδικό υπάρχει και η άποψη ενός Αμερικανού Πεντηκοστιανού, ο οποίος λέει, ότι η θεωρία για την αρπαγή της Εκκλησίας προ της θλίψης είναι «ένα δόγμα, που η Αγία Γραφή ποτέ δεν δίδαξε». [Οπ.π.,σελ.17]
Μένει κανείς πραγματικά κατάπληκτος τόσο από το μέγεθος της πλάνης όσο και από τις αντιφάσεις και τις αντιθέσεις των Πεντηκοστιανών και των προτεσταντών γενικά μεταξύ τους.
Νομίζουμε, όμως, ότι δεν αμφιβάλλει κανείς ότι η πεντηκοστιανή κίνηση είναι σύστημα πλάνης που οι διδασκαλίες τους δεν έχουν καμία σχέση, παρά την εξωτερική επίκληση της Αγίας Γραφής, με τη διδασκαλία του Χριστού και της Εκκλησίας. Γι’ αυτό ο Ορθόδοξος χριστιανός προσεύχεται για τα θύματα της πλάνης, αλλά έχει πάντα υπ’ όψη του τον παύλειο λόγο «Μη σας εξαπατήσει με κανέναν τρόπο κανείς» (Β’ Θεσ. 2,3)
Ὀρθοδοξία καὶ Ρωμαιοκαθολικισμός (Παπισμός) (Κύριαι Διαφοραί)
ειαν εἶναι φαμεν, κατὰ τοὺς Πατέρας· οὗτοι δὲ (οἱ λατινίζοντες) μετὰ τῶν Λατίνων καὶ τοῦ Θωμά, τὴν μὲν θέλησιν ταυτὸν τὴ οὐσία, τὴν δὲ θείαν ἐνέργειαν κτιστὴν εἶναι λέγουσι, κἂν τὲ θεότης ὀνομάζοιτο, κἄν τε θεῖον καὶ ἄϋλον φῶς, κἂν τὲ Πνεῦμα ἅγιον, κἂν τὲ τί τοιοῦτον ἕτερον· καὶ οὕτω κτιστὴν θεότητα καὶ κτιστὸν θεῖον φῶς καὶ κτιστὸν Πνεῦμα ἅγιον τὰ πονηρὰ πρεσβεύουσι κτίσματα» [13].
Παραδείγματα καὶ προσωπικὲς μαρτυρίες συγχρόνων ἁγίων γερόντων, ὅπως οἱ μακαριστοὶ γέροντες Σωφρόνιος καὶ Παίσιος, ἐπιβεβαιώνουν τοῦ λόγου τὸ ἀληθές. Ὁ μακαριστὸς μάλιστα γέρων Σωφρόνιος Σαχάρωφ, ἁγιορείτης καὶ ἱδρυτὴς τῆς Σταυροπηγιακῆς Μονῆς τοῦ Τιμίου Προδρόμου στὸ Ἔσσεξ τῆς Ἀγγλίας, ἐξέφρασε τὴν ἐμπειρία τοῦ ἀκτίστου Φωτὸς στὰ σπουδαῖα βιβλία, τὰ ὁποῖα ἔγραψε καὶ μᾶς ἄφησε ὡς παρακαταθήκη ἀπὸ ἀγάπη [14].
δ) Πρωτεῖον ἐξουσίας, ἀλάθητο
Μὲ τὴν διδασκαλία τοῦ Filioque, περί της «καὶ ἐκ τοῦ Υἱοῦ ἐκπορεύσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος», εἰσάγεται δυαρχία στὴν Ἁγία Τριάδα, ποὺ συνιστᾷ διθεΐα [15], καὶ ὑποτιμᾶται τὸ Ἅγιο Πνεῦμα [16]. Ἡ ὑποτίμησις αὐτὴ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος δημιούργησε ἕνα σοβαρὸ κενὸ στὴν Ἐκκλησία, ποὺ ἔπρεπε κάποιος νὰ ἀναπληρώση. Αὐτὸ θέλησε νὰ τὸ κάνῃ ἕνας ἄνθρωπος, καὶ αὐτὸς εἶναι ὁ Πάπας. Ἔτσι τὸ διὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἀλάθητο τῆς Ἐκκλησίας μεταβιβάζεται σ᾿ ἕναν ἄνθρωπο «ἀλάθητο» καὶ ἐξουσιαστὴ ὅλης τῆς Ἐκκλησίας.
Γιὰ νὰ μὴ ἀδικήσουμε τὴν Ρωμαιοκαθολικὴ Ἐκκλησία, παραθέτουμε στὴν συνέχεια χαρακτηριστικὸ ἀπόσπασμα ἀπὸ τὴν «Δογματικὴ Διάταξη περὶ Ἐκκλησίας», ἕνα ἀπὸ τὰ βιβλία ποὺ περιέχουν τὶς ἀποφάσεις τῆς Β´ Βατικανείου Συνόδου, τῆς κατὰ τοὺς Ρωμαιοκαθολικοὺς 20ῆς οἰκουμενικῆς [17]:
«Ἀλλὰ ὁ Σύλλογος, ἢ τὸ Σῶμα τῶν Ἐπισκόπων, δὲν ἔχει ἐξουσία, ἂν δὲν βρίσκεται σὲ κοινωνία μὲ τὸν Ἐπίσκοπο Ρώμης, τὸν διάδοχό του Πέτρου καὶ Κεφαλὴ τοῦ Συλλόγου, διότι παραμένει ἀκέραιη ἡ ἐξουσία τοῦ Πρωτείου πάνω σ᾿ ὅλους τοὺς ποιμένες καὶ τοὺς πιστούς. Πραγματικά, ὁ Ἐπίσκοπος Ρώμης μὲ τὸ ἀξίωμά του ὡς ἀντιπροσώπου τοῦ Χριστοῦ καὶ ποιμένα ὅλης τῆς Ἐκκλησίας, ἔχει πλήρη, ὑπέρτατη καὶ παγκόσμια ἐξουσία μέσα στὴν Ἐκκλησία, τὴν ὁποία μπορεῖ πάντοτε ἐλεύθερα νὰ ἐξασκεῖ… Ὁ Ἐπίσκοπος Ρώμης, σὰν διάδοχος τὸν Πέτρου, εἶναι ἡ διαρκὴς καὶ ὁρατὴ Ἀρχὴ καὶ τὸ θεμέλιο τῆς ἑνότητας, τόσο τῶν Ἐπισκόπων, ὅσο καὶ τοῦ πλήθους τῶν πιστῶν» [18].
Παραθέτουμε σχετικὰ ἀποσπάσματα καὶ ἀπὸ τὴν ἐπίσημη «Κατήχηση τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας»:
«Ἡ μοναδικὴ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ… εἶναι ἐκείνη, τὴ διαποίμανση τῆς ὁποίας ὁ Σωτῆρας μας, μετὰ τὴν Ἀνάστασή Του, ἀνέθεσε στὸν Ἀπόστολο Πέτρο (βλ. Ἰω. 21, 17), κι ἐμπιστεύθηκε σ᾿ αὐτὸν καὶ στοὺς ἄλλους Ἀποστόλους τὴ διάδοση καὶ τὴ διακυβέρνησή της… Αὐτὴ ἡ Ἐκκλησία, ποὺ ἔχει συσταθεῖ καὶ ὀργανωθεῖ σὰν κοινωνία μέσα στὸν κόσμο, ἐνυπάρχει στὴν Καθολικὴ Ἐκκλησία, ποὺ διοικεῖται ἀπὸ τὸ διάδοχο τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου κι ἀπὸ τοὺς ἐπισκόπους ποὺ βρίσκονται σὲ κοινωνία μαζί του» [19]. «Ὁ σύλλογος τῶν ἐπίσκοπων ἀσκεῖ τὴν ἐξουσία πάνω σὲ ὅλη τὴν Ἐκκλησία μὲ ἐπίσημο τρόπο τὴν Οἰκουμενικὴ Σύνοδο». «Δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρξει Οἰκουμενικὴ Σύνοδος ἂν δὲν ἐπικυρωθεῖ, ἢ τουλάχιστον ἂν δὲν γίνει δεκτή, ἀπὸ τὸν διάδοχο τοῦ Πέτρου» [20]. «Αὐτὸ τὸ ἀλάθητο ἔχει ὁ ἐπίσκοπος Ρώμης, κεφαλὴ τοῦ συλλόγου τῶν ἐπισκόπων, χάρη στὸ ἀξίωμά του, ὅταν, σὰν πρῶτος ποιμένας καὶ διδάσκαλος ὅλων τῶν πιστῶν, ποὺ στηρίζει στὴν πίστη τοὺς ἀδελφούς του, διακηρύσσει μὲ ὁριστικὴ πράξη μία διδασκαλία σχετική με τὴν πίστη καὶ τὴν ἠθική..» [21]. «[…] Γιὰ τὴν κανονικὴ χειροτονία ἑνὸς ἐπισκόπου ἀπαιτεῖται σήμερα εἰδικὴ ἄδεια τοῦ ἐπισκόπου Ρώμης, λόγω τῆς ἰδιότητάς του νὰ εἶναι ὑπέρτατος ὁρατὸς σύνδεσμος τῆς κοινωνίας μεταξὺ τῶν τοπικῶν Ἐκκλησιῶν μέσα στὴ μία Ἐκκλησία καὶ ἐγγύηση γιὰ τὴν ἐλευθερία τους» [22].
Εἶναι ἀκόμη ἀξιοπρόσεκτο ὅτι ὁ Πάπας σὲ ἐπίσημα κείμενα δὲν ὑπογράφει ὡς Ἐπίσκοπος Ρώμης, ἀλλὰ ἢ ὡς Ἐπίσκοπός της καθολικῆς Ἐκκλησίας ἢ ἁπλῶς μὲ τὸ ὄνομά του, π.χ. Ἰωάννης-Παῦλος Β´ [23]. Προφανῶς θεωρεῖ τὸν ἑαυτόν του ὡς Ὑπερεπίσκοπον ἡ ὡς Ἐπίσκοπον τῶν Ἐπισκόπων.
Τὸ δόγμα τοῦ «ἀλαθήτου» ἀναγνωρίσθηκε καὶ τονίσθηκε περισσότερο ἀπὸ τὴν Β´ Βατικάνειο Σύνοδο: «Λυτὴ ἡ θρησκευτικὴ ὑποταγὴ (submission) τῆς θελήσεως καὶ τοῦ νοῦ πρέπει νὰ δεικνύεται κατὰ ἕναν εἰδικὸ τρόπο στὴν αὐθεντικὴ διδακτικὴ ἐξουσία τοῦ Ρωμαίου Ποντίφηκος, ἀκόμη καὶ ὅταν δὲν ὁμιλῇ ex cathedra» [24].
Δηλώνεται μὲ τὰ παραπάνω ὅτι τὸ ἀλάθητο ἐπεκτάθηκε σὲ κάθε ἀπόφασι τοῦ Πάπα. Δηλαδή, ἐνῷ μὲ τὴν Α´ Βατικάνειο Σύνοδο μόνον οἱ ἀπὸ καθέδρας καὶ μὲ τὴν χρῆσι τοῦ ὄρου definimus (ὁρίζομεν) ἀποφάσεις τοῦ Πάπα ἦσαν ἀλάθητοι, ἡ Β´ Βατικάνειος Σύνοδος ἀποφάνθηκε, ὅτι ὁ Πάπας εἶναι ἀλάθητος ὄχι μόνον ὅταν ἀποφαίνεται ἐπισήμως ὡς Πάπας ἀλλὰ ὁσάκις ἀποφαίνεται. Εἶναι ἀκόμη φανερὸ ἀπὸ τὰ ἀνωτέρω, ὅτι ἢ οἰκουμενικὴ συνοδὸς γίνεται ἕνα συμβουλευτικὸ σωματεῖο τῶν Πάπων. Τὸ ἀλάθητο στὴν Ρωμαιοκαθολικὴ Ἐκκλησία δὲν ἀνήκει στὴν οἰκουμενικὴ συνοδό, ἀλλὰ στὸν Πάπα. Ποιὸς ὅμως ἀνεκήρυξε τὸν Πάπα ἀλάθητο; Ἡ λαθητὴ σύνοδος;
Μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο ἡ συνοδικὴ ἀρχή, ἡ παραδοθεῖσα ἀπὸ τοὺς ἅγιους Ἀποστόλους, ἀντικαθίσταται ἀπὸ τὴν παποκεντρικὴ ἀρχή. Ὁ «ἀλάθητος» Πάπας καθίσταται κέντρο καὶ πηγὴ ἑνότητος τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ σημαίνει ὅτι ἡ Ἐκκλησία ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ ἕναν ἄνθρωπο γιὰ νὰ τὴν διατηρῇ σὲ ἑνότητα. Ἔτσι παραμερίζεται καὶ ὑποβαθμίζεται ἡ θέσις τοῦ Χριστοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Καὶ ἀκόμη μὲ τὴν μεταφορὰ τοῦ ἀλαθήτου ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα στὸ πρόσωπο τοῦ Πάπα περιορίζεται ἢ ἐσχατολογικὴ προοπτικὴ τῆς Ἐκκλησίας μέσα στὴν ἱστορία καὶ καθίσταται ἐγκοσμιοκρατική.
Οἱ Ὀρθόδοξοι μὲ βαθειὰ λύπη, ἂν μὴ καὶ μὲ ἱερὰ ἀγανάκτησι, διαβάζουμε τὶς ἀνωτέρω ἀποφάσεις. Τὶς θεωροῦμε βλασφημία κατὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἔτσι κατανοοῦμε τὸν αὐστηρὸ ἀλλὰ καὶ φιλάνθρωπο λόγο τοῦ μακαριστοῦ π. Ἰουστίνου Πόποβιτς: «Εἰς τὴν ἱστορίαν τοῦ ἀνθρωπίνου γένους ὑπάρχουν τρεῖς κυρίως πτώσεις: τοῦ Ἀδάμ, τοῦ Ἰούδα, τοῦ Πάπα» [25].
Παρόμοια αὐστηρὴ γλῶσσα μὲ αὐτὴν τοῦ π. Ἰουστίνου Πόποβιτς χρησιμοποίησε ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία διὰ μέσου τῶν αἰώνων. Στὶς παπικὲς ἀξιώσεις γιὰ τὸ πρωτεῖο ἐξουσίας καὶ τὸ ἀλάθητο οἱ Ὀρθόδοξοι ἀντέτασσαν πάντοτε τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησιολογία:
Κατὰ τὸν Μητροφάνη Κριτόπουλο, Πατριάρχη Ἀλεξανδρείας: «Οὐδέποτε ἠκούσθη ἄνθρωπον θνητὸν καὶ μυρίαις ἁμαρτίαις ἔνοχον κεφαλὴν λέγεσθαι τῆς Ἐκκλησίας. Ἐκεῖνος γὰρ ἄνθρωπος ὧν θανάτω ὑπόκειται. Ἐν ὄσῳ δὲ ἄλλος ἐκλεχθῇ εἰς διαδοχὴν ἐκείνου, ἀνάγκη ἐν τοσούτῳ τὴν Ἐκκλησίαν ἀκέφαλον εἶναι. Ἀλλ᾿ ὥσπερ σῶμα δίχα κεφαλῆς οὐδ᾿ ἐν ριπῇ γοῦν στήναι δυνατόν, οὕτω τὴν Ἐκκλησίαν δίχα τῆς προσηκούσης αὐτὴ κεφαλῆς μεῖναι κἂν βραχεῖ ἀδύνατον. Τοιγαροῦν ἀθανάτου κεφαλῆς χρεία τὴ Ἐκκλησία, ἵνα πάντοτε ζῶσα καὶ ἐνεργῇς ἡ, καθάπερ καὶ ἡ κεφαλή…Ἔστι δὲ τοιαύτη κεφαλὴ τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, ὅς ἐστι ἡ κεφαλὴ πάντων, ἐξ οὗ πᾶν τὸ σῶμα συναρμολογεῖται…» [26].
Κατὰ δὲ τὸν Δοσίθεο Ἱεροσολύμων, στὴν γνωστὴ «Ὁμολογία» του ἐπὶ Τουρκοκρατίας (1672): «Τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας (ἀναφέρεται στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία), ἐπειδὴ θνητὸς ἄνθρωπος καθόλου καὶ ἀϊδιος κεφαλὴ εἶναι οὗ δύναται, αὐτὸς ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς ἐστι κεφαλὴ καὶ αὐτὸς τοὺς οἴακας ἔχων ἐν τῇ τῆς Ἐκκλησίας κυβερνήσει, πηδαλιουχεῖ (αὐτήν) διὰ τῶν ἁγίων πατέρων» [27].
Τὸ 1895 ἡ Σύνοδος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ἐπὶ Πατριάρχου Ἀνθίμου Ζ´, ἐξέδωσε μία ἐξαιρετικῆς σπουδαιότητος ἐγκύκλιο πρὸς τὸν ἱερὸν κλῆρον καὶ τὸ εὐσεβὲς πλήρωμα τοῦ πατριαρχικοῦ θρόνου Κωνσταντινουπόλεως, εἰς ἀπάντησιν ἐγκυκλίου ἐπιστολῆς τοῦ Πάπα Λέοντος ΙΓ´, ὁ ὁποῖος ἀπευθυνόμενος πρὸς τοὺς ἡγεμόνας καὶ τοὺς λαοὺς τῆς οἰκουμένης καὶ πρὸς τὴν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία, τοὺς προσκαλοῦσε νὰ προσέλθουν στὴν παπικὴ Ἐκκλησία, ἀφοῦ ἀναγνωρίσουν τὸ ἀλάθητο, τὸ πρωτεῖο ἐξουσίας καὶ τὴν παγκόσμιο ἐξουσία τοῦ Πάπα ἐφ᾿ ὅλης τῆς Ἐκκλησίας. Παραθέτουμε ἀπόσπασμα:
«Ἡ ὀρθόδοξος ἀνατολικὴ καὶ καθολικὴ τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία, ἐκτὸς τοῦ ἀφράστως ἐνανθρωπήσαντος Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ, οὐδένα ἄλλον γινώσκει ἀλάθητον ἐπὶ γῆς ὑπάρξαντα· καὶ αὐτὸς ὁ ἀπόστολος Πέτρος, οὗτινος διάδοχος οἴεται εἶναι ὁ πάπας, τρὶς ἠρνήθη τὸν Κύριον, καὶ ἠλέγχθη δὶς ὑπὸ τοῦ ἀποστόλου Παύλου ὡς μὴ ὀρθοποδῶν πρὸς τὴν ἀλήθειαν τοῦ Εὐαγγελίου» [28]. […] Ἐνῷ ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία διατηρεῖ τὴν εὐαγγελικὴν πίστιν ἀνόθευτον, «ἡ νῦν Ρωμαϊκὴ ἐστιν Ἐκκλησία τῶν καινοτομιῶν, τῆς νοθεύσεως τῶν συγγραμμάτων τῶν ἐκκλησιαστικῶν Πατέρων καὶ τῆς παρερμηνείας τῆς τὲ Ἁγίας Γραφῆς καὶ τῶν ὅρων τῶν ἁγίων Συνόδων· διὸ καὶ εὐλόγως καὶ δικαίως ἀπεκηρύχθη καὶ ἀποκηρύσσεται, ἐφ᾿ ὅσον ἂν ἐμμείνη ἐν τῇ πλάνῃ αὐτῆς. «Κρείσσων γὰρ ἐπαινετὸς πόλεμος», λέγει καὶ ὁ θεῖος Γρηγόριος ὁ Ναζιανζηνὸς «εἰρήνης χωριζούσης Θεοῦ» [29].
Στὸ σημεῖο αὐτὸ θὰ ἤθελα νὰ ἀπαντήσω σὲ κάποια πιθανὴ ἔνστασι.
Τελευταῖα ὁ Πάπας καὶ Ρωμαιοκαθολικοὶ θεολόγοι ὁμιλοῦν πότε-πότε εὐφήμως γιὰ τὴν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία μας καὶ προβαίνουν σὲ κάποιες φιλορθόδοξες ἐκδηλώσεις. Μήπως κάτι ἄλλαξε, ποὺ δικαιολογεῖ καὶ τὴν ἐκ μέρους ἡμῶν τῶν Ὀρθοδόξων ἀλλαγὴ στάσεως ἔναντι τοῦ Παπισμοῦ;
Ὑπάρχουν πράγματι μεμονωμένα πρόσωπα Ρωμαιοκαθολικῶν, ποὺ μὲ εἰλικρίνεια ἐκφράζουν φιλορθόδοξες θέσεις.
Ἡ ἐπίσημη γραμμὴ καὶ πολιτική του Βατικανοῦ ὡστόσο εἶναι διαφορετική. Τὸ Βατικανὸ χρησιμοποιεῖ διγλωσσία. Ὅταν ἀπευθύνεται σὲ ἐμᾶς χρησιμοποιεῖ ἐκφράσεις ἀγάπης. Ἄλλοτε, καὶ κυρίως ὅταν ἀπευθύνεται πρὸς τοὺς Ρωμαιοκαθολικούς, χρησιμοποιεῖ τὶς παλαιὲς γνωστὲς σκληρὲς θέσεις του. Ἐπίσης δὲν πρέπει νὰ λησμονοῦμε, ὅτι κάθε φιλορθόδοξη δήλωσι δὲν ἀναφέρεται ὁπωσδήποτε στὴν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία ἀλλὰ γενικὰ στὴν Ἀνατολικὴ Ἐκκλησία, ποὺ γιὰ πολλοὺς Ρωμαιοκαθολικοὺς ταυτίζεται μὲ τὶς οὐνιτικὲς κοινότητες.
Παραπέμπουμε σὲ κείμενο τοῦ μακαριστοῦ καθηγητοῦ τῆς Καινῆς Διαθήκης τῆς θεολογικῆς σχολῆς τοῦ πανεπιστημίου Ἀθηνῶν Ἰωάννου Παναγοπούλου, ποὺ κάθε ἄλλο παρὰ ἠμπορεῖ νὰ χαρακτηρισθῇ ὡς ἀντί-οἰκουμενιστής, ὁ ὁποῖος σχολιάζοντας τὴν ἐγκύκλιο μὲ θέμα τὴν ἕνωσι τῶν Ἐκκλησιῶν, ποὺ ἀπηύθυνε τὴν 25η Μαΐου 1995 ὁ Πάπας Ἰωάννης-Παῦλος Β´ πρὸς τοὺς Ρωμαιοκαθολικοὺς καὶ ὅλους τοὺς χριστιανούς, ἀναφέρει:
«[…] Στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία (ἡ ἐγκύκλιος) ἰδιαίτερα ἀφιερώνει ἀρκετὲς παραγράφους (50-61). Ἐνῷ ὡς πρὸς τὶς ἄλλες χριστιανικὲς κοινότητες ἀποδέχεται, ὅτι διατηροῦν ὡρισμένα γνήσια στοιχεῖα τῆς χριστιανικῆς ἀλήθειας καὶ ἁγιότητος (10-13), ἀντίθετα ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἀναγνωρίζεται ὡς ἀδελφὴ Ἐκκλησία, ὁ ἄλλος «πνεύμονας» τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ (54), ἡ ὁποία ὡστόσο βρίσκεται χωρισμένη ἀπὸ τὴν Ρωμαιοκαθολικὴ Ἐκκλησία. Ἀναγνωρίζονται ἐπίσης εὐθέως ἡ ἀποστολικὴ διαδοχὴ καὶ τὰ Μυστήρια της καὶ τιμᾶται εἰλικρινὰ ὁ πνευματικὸς καὶ λειτουργικὸς πλοῦτος της. Ὡστόσο, παρὰ τὴν παραχώρηση αὐτή, ὑπονοεῖται σαφῶς, ὅτι καὶ ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δὲν κατέχει τὴν πλήρη χριστιανικὴ ἀλήθεια, ὅπως καὶ οἱ προτεσταντικὲς ὁμολογίες, ὅσο χρόνο δὲν εἰσέρχεται σὲ κοινωνία μὲ τὴν Ρωμαϊκὴ Ἕδρα. Ἡ Ρωμαιοκαθολικὴ Ἐκκλησία ἐπιθυμεῖ νὰ ἐμφανίζεται καὶ πάλι ὡς πηγή, ἐσχάτη αὐθεντία καὶ κριτὴς τῆς ἐκκλησιαστικότητος ὅλων τῶν χριστιανικῶν κοινοτήτων. […] Ἡ Ἐγκύκλιος ἐπανέρχεται μὲ ἀδιαλλαξία καὶ ἀκαμψία στὶς διακηρύξεις τοῦ Διατάγματος περὶ Οἰκουμενισμοῦ τῆς Β´ Βατικανῆς Συνόδου. Ἡ βασική της ἀρχὴ εἶναι: «Ἢ κοινωνία ὅλων τῶν ἐπὶ μέρους Ἐκκλησιῶν μὲ τὴν Ἐκκλησία τῆς Ρώμης: ἀναγκαία προϋπόθεση γιὰ τὴν ἑνότητα». Τὸ πρωτεῖο τοῦ ἐπισκόπου Ρώμης εἶναι θεμελιωμένο στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ κατανοεῖται ὡς ἐπαγρύπνηση («ἐπισκοπὴ») πάνω στὴν ἐκκλησιαστικὴ ἑνότητα, στὴ μετάδοση τῆς πίστεως, στὴ μυστηριακὴ καὶ λειτουργικὴ ἱεροτελεστία, στὴν ἱεραποστολή, στὴν κανονικὴ τάξη καὶ στὴν χριστιανικὴ ζωὴ γενικά. Μόνον ἢ κοινωνία μὲ τοὺς διαδόχους του Πέτρου ἐγγυᾶται τὴν πληρότητα τῆς μῖας, ἁγίας, καθολικῆς καὶ ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας. Κάθε συζήτηση γιὰ τὴν ἐκκλησιαστικὴ ἑνότητα προϋποθέτει τὴν ἄνευ ὅρων ἀποδοχὴ τοῦ Παπικοῦ πρωτείου, τὸ ὁποῖο ὁ Θεὸς ἵδρυσε «ὡς παντοτεινὴ καὶ ὁρατὴ ἀρχὴ καὶ θεμέλιο ἑνότητας». […] Οἱ Ὀρθόδοξοι πιστοὶ πρέπει νὰ ὁμολογήσουμε τὴν πλήρη ἀπογοήτευσή μας ὡς πρὸς τὴν νέα αὐτὴ Ἐγκύκλιο τοῦ Πάπα. Διότι ἡ παραδοσιακὴ αὐτὴ Ρωμαιοκαθολικὴ ἀντίληψη περὶ τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῆς ἑνότητας ἀποτέλεσε ἤδη ἀπὸ τὸν 5ο αἰῶνα τὴν πέτρα τοῦ σκανδάλου καὶ παρὰ τὶς θεολογικὲς συζητήσεις 1500 χρόνων δὲν καταλήξαμε σὲ κανένα θετικὸ ἀποτέλεσμα καὶ οὔτε φυσικὰ πρόκειται νὰ καταλήξουμε ἐφόσον ἡ Ρωμαιοκαθολικὴ Ἐκκλησία ἐπιμένει ἀδιάλλακτα στὴν ἀξίωση τοῦ παπικοῦ πρωτείου. […] Εἶναι συνεπῶς ἀσυγχώρητη ἀφέλεια, ἂν Ἰσχυριζόταν κανείς, ὅτι ἢ νέα παπικὴ Ἐγκύκλιος ἀφήνει ἀνοικτὸ τὸ ζήτημα τοῦ πρωτείου. Ἡ μόνη καινοτομία τῆς στὸ ζήτημα, τοῦτο εἶναι ἡ παραπομπή του στοὺς ἄλλους καὶ ἡ ἀπαίτηση μὲ διπλωματικὸ τρόπο νὰ ἐπιδείξουν ὅλοι «αὐθεντικὸ ἡρωισμό» καὶ «θυσία ἑνότητος»» [30].
Ἡ στάσις αὐτὴ τοῦ Βατικανοῦ καὶ κυρίως ἡ ἀνορθόδοξος δρᾶσις τῆς Οὐνίας ἀνάγκασε τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο νὰ διακόψῃ τὸν διάλογο μὲ τοὺς Ρωμαιοκαθολικούς. Εἶναι ἐπίσης ἀξιοσημείωτο ὅτι ὁ Παναγιώτατος ἐδήλωσε πρὸ ὀλίγων μηνῶν σὲ Αὐστριακοὺς δημοσιογράφους, ὅτι αἱ Ὀρθόδοξοι Ἐκκλησίαι δὲν ἀπεδέχθησαν τὴν συμφωνίαν τοῦ Balamand πλὴν τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρουμανίας.
Μεταξὺ τῶν δυὸ Ἐκκλησιῶν ὑπάρχουν καὶ ἄλλες διαφορὲς [31], ὅπως εἶναι ἡ διδασκαλία περὶ τοῦ καθαρτηρίου πυρὸς καὶ ἡ διδασκαλία περὶ τῆς Παναγίας μας, τὴν ὁποία ὀνομάζουν Μαριολογία. Διακηρύσσοντας ὡς δόγμα τὴν ἄσπιλο σύλληψι τῆς Παναγίας, δὲν κατανοοῦν ὅτι μὲ αὐτὸ τὴν ξεχωρίζουν ἀπὸ τὸ ἀνθρώπινο γένος, γεγονὸς ποὺ ἔχει σωτηριολογικὲς συνέπειες γιὰ τὴν ἀνθρωπότητα: Ἐὰν ἡ Παρθένος ἔφερε ἄλλη φύσι, τότε ὁ Κύριος προσλαμβάνοντας τὴν ἀνθρωπινὴ φύσι ἐξ Αὐτῆς ἐθέωσε ἄλλην φύσι καὶ ὄχι τὴν κοινὴ ὅλων τῶν ἀνθρώπων.
Ὅλες αὐτὲς οἱ διαφορὲς ἔχουν ὡς κοινὸ παρονομαστὴ τὸν ἀνθρωποκεντρισμό. Γέννημα τοῦ ἀνθρωποκεντρισμοῦ εἶναι τὸ δικανικὸ καὶ νομικίστικο πνεῦμα τοῦ Ρωμαιοκαθολικισμοῦ, τὸ ὁποῖο φαίνεται στὸ Κανονικὸ Δίκαιο καὶ σὲ πάρα πολλοὺς θεσμοὺς τῆς Δυτικῆς Ἐκκλησίας.
Ἕνα ἁπλὸ παράδειγμα ποὺ ἐπιβεβαιώνει τὰ ἀνωτέρω εἶναι ὁ τρόπος μὲ τὸν ὁποῖο γίνεται τὸ μυστήριο τῆς Ἐξομολογήσεως. Ὁ πνευματικὸς καὶ ὁ ἐξομολογούμενος μπαίνουν σὲ δυὸ θαλαμίσκους, χωρὶς νὰ βλέπουν ὁ ἕνας τὸν ἄλλο, καὶ ἐκεῖ διεξάγεται ἕνα εἶδος «δίκης», κατὰ τὴν ὁποία ὁ ἐξομολογούμενος ἀπαριθμεῖ τὶς ἁμαρτίες του καὶ λαμβάνει τὸ ἐπιτίμιο ποὺ ὁρίζουν οἱ κανόνες τῆς Ρωμαιοκαθολικῆς Ἐκκλησίας. Γιὰ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τὸ μυστήριο αὐτὸ κατανοεῖται μὲ ἐντελῶς διαφορετικὸ τρόπο: Ὑπάρχει μία ἄμεση προσωπικὴ σχέσις μεταξὺ πνευματικοῦ καὶ ἐξομολογουμένου, στὴν ὁποία ὁ πνευματικὸς εἶναι ὁ πατέρας καὶ ὁ ἐξομολογούμενος τὸ πνευματικὸ παιδί, ποὺ πηγαίνει νὰ ἀνοίξῃ τὴν καρδιά του, νὰ πῇ τὸν πόνο του, τὶς ἁμαρτίες του καὶ νὰ λάβῃ τὴν δέουσα πνευματικὴ θεραπεία.
Ὁ ἀνθρωποκεντρισμὸς τῆς Ρωμαιοκαθολικῆς Ἐκκλησίας φαίνεται ἀκόμη καὶ στὶς συνεχεῖς καινοτομίες της. Ἀντίθετα, ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία εἶναι ἀκαινοτόμητος, δὲν προσέθεσε τίποτε σὲ αὐτὰ ποὺ ἐδίδαξε ὁ Κύριος μας καὶ οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι. Εἶναι ἡ Ἐκκλησία ἡ κατ᾿ ἐξοχὴν εὐαγγελικὴ καὶ ἀποστολική, καὶ αὐτὸ ἐκφράζεται στὴν ζωὴ καὶ στοὺς θεσμούς της, οἱ ὁποῖοι εἶναι ἀπολύτως εὐαγγελικοὶ καὶ ἀποστολικοί.
Ὅλα τὰ ὀρθόδοξα εἶναι θεανθρωποκεντρικά. Ἀντιθέτως ὅλα τὰ δυτικά, εἴτε παπικὰ εἴτε προτεσταντικά, ἔχουν δεχθῆ λίγο ὡς πολὺ τὴν ἐπίδρασι τοῦ ἀνθρωποκεντρισμοῦ. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ μακαριστὸς Ρῶσος θεολόγος καὶ φιλόσοφος Κομιακὼφ ἔλεγε ὅτι παπισμὸς καὶ προτεσταντισμὸς εἶναι δυὸ ἀντίθετες ὄψεις τοῦ ἰδίου νομίσματος.
Ἀλλὰ καὶ ὁ ἅγιος Νεκτάριος ἔγραφε χαρακτηριστικά, συγκρίνοντας τὴν Δυτικὴ Ἐκκλησία μὲ τὸν Προτεσταντισμό: «Μόνη δὲ διαφορὰ μεταξὺ τῶν δυὸ αὐτῶν συστημάτων εἶναι ἡ ἑξῆς: Ἐν μὲν τὴ Δυτικὴ Ἐκκλησία τὸ ἄτομον, ἤτοι ὁ Πάπας, συγκεντροὶ περὶ ἑαυτὸν πολλὰ βωβὰ καὶ ἀνελεύθερα πρόσωπα συμμορφούμενα ἑκάστοτε πρὸς τὰς ἀρχὰς καὶ τὰ φρονήματα τοῦ ἐπικαθημένου ἀτόμου. Ἐν δὲ τῷ Προτεσταντισμῷ ἡ Ἐκκλησία συνεκεντρώθη περὶ τὸ ἄτομον. Ὅθεν ἡ Δυτικὴ Ἐκκλησία εἶναι ἄτομον καὶ οὐδὲν πλέον. Ἀλλὰ τὶς δύναται νὰ ἐγγυηθῇ ἡμῖν περὶ τῆς ὁμοφροσύνης ὅλων τῶν Παπῶν; Ἀφοῦ δὲ πᾶς Πάπας κρίνει περὶ τοῦ ὀρθοῦ κατὰ τὸ δοκοῦν αὐτῷ καὶ ἑρμηνεύει τὴν Γραφήν, ὡς βούλεται, καὶ ἀποφθεγματίζεται, ὡς θεωρεῖ ὀρθόν, κατὰ τί διαφέρει οὖτος τῶν παντοίων δογματιστῶν τῆς Προτεσταντικῆς Ἐκκλησίας; ὁποία διαφορὰ τῶν ἀρχόντων; Ἴσως ἐν μὲν τῶν Προτεσταντῶν ἕκαστον ἄτομον ἀποτελεῖ μίαν Ἐκκλησίαν, ἐν δὲ τὴ Δυτικὴ ὅλην τὴν Ἐκκλησίαν ἀποτελεῖ ἐν ἄτομον, οὐχὶ πάντοτε τὸ αὐτό, ἀλλ᾿ ἀείποτε ἕτερον» [32]. Ἡ οὐσία εἶναι αὐτή, δηλαδὴ ἡ ἀτομοκρατία. Στὸν μὲν Παπισμὸ ἡ ἀτομοκρατία τοῦ Πάπα, στὸν δὲ Προτεσταντισμὸ ἡ ἀτομοκρατία τοῦ κάθε Προτεστάντη, ὅπου ὁ κάθε ἕνας εἶναι κριτήριο τῆς ἀληθείας.
Στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τὴν θεανθρωποκεντρικότητα μαρτυροῦν ὅλα ὅσα συνιστοῦν τὴν ζωὴ καὶ τὴν διδασκαλία της. Ἢ ἐκκλησιαστικὴ τέχνη, ἢ ἁγιογραφία, ἢ ἀρχιτεκτονική, ἡ μουσικὴ κ.λπ. Ἂν συγκρίνουμε μία Μαντόνα τῆς Ἀναγεννήσεως μὲ μία βυζαντινὴ Παναγία, θὰ διαπιστώσουμε τὴν διαφορά. Ἡ Μαντόνα εἶναι μία ὡραῖα γυναῖκα, ἐνῷ ἢ βυζαντινὴ Παναγία εἶναι ὁ θεωμένος ἄνθρωπος. Ἂν συγκρίνουμε τὸν Ναὸ τοῦ Ἁγίου Πέτρου μὲ τὸν Ναὸ τῆς Ἁγίας Σοφίας, θὰ διαπιστώσουμε πόσο ἀνθρωποκεντρισμὸ ἐκφράζει ὁ Ναὸς τοῦ Ἁγίου Πέτρου, ποὺ προσπαθεῖ νὰ ἐπιβληθῇ μὲ τὸ βάρος τῆς ὕλης. Ἀντίθετα, μπαίνοντας στὴν Ἁγία Σοφία, αἰσθάνεσαι ὅτι βγαίνεις στὸν οὐρανό. Ὁ Ναὸς τῆς Ἁγίας Σοφίας δὲν προσπαθεῖ νὰ ἐντυπωσιάσῃ μὲ τὸν πλοῦτο του οὔτε μὲ τὴν ὕλη του. Τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ μὲ τὴν βυζαντινὴ ἐκκλησιαστικὴ μουσική, ποὺ κατανύσσει καὶ ἀνάγει στὸν οὐρανὸ καὶ ποὺ δὲν ἔχει καμμία σχέσι μὲ τὴν πολυφωνικὴ εὐρωπαϊκὴ μουσική, ποὺ ἁπλῶς τέρπει συναισθηματικὰ τὸν ἄνθρωπο.
Γιὰ ὅλους αὐτοὺς τοὺς λόγους ἡ ἕνωσις δὲν εἶναι ὑπόθεσις συμφωνίας μόνο σὲ κάποια δόγματα, ἀλλὰ ἀποδοχῆς τοῦ ὀρθοδόξου, θεανθρωποκεντρικοῦ, χριστοκεντρικοῦ, τριαδοκεντρικοῦ πνεύματος στὰ δόγματα, στὴν εὐσέβεια, στὴν ἐκκλησιολογία, στὸ κανονικὸ δίκαιο, στὴν ποιμαντική, στὴν τέχνη, στὴν ἄσκησι.
Γιὰ νὰ γίνῃ ἀληθινὴ ἕνωσις θὰ πρέπει ἢ ἐμεῖς νὰ παραιτηθοῦμε ἀπὸ τὸν Ὀρθόδοξο θεανθρωποκεντρισμό μας ἢ οἱ Παπικοὶ ἀπὸ τὸν δικό τους ἀνθρωποκεντρισμό. Τὸ πρῶτο εἶναι ἀδύνατο νὰ συμβῇ μὲ τὴν Χάρι τοῦ Κυρίου μας, διότι αὐτὸ θὰ ἦταν προδοσία στὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ μας. Ἀλλὰ καὶ τὸ δεύτερο εἶναι δύσκολο νὰ συμβῇ. Ὅμως «τὰ ἀδύνατα παρὰ ἀνθρώποις δυνατὰ παρὰ τῷ Θεῷ ἐστίν» [33].
Πιστεύουμε ὅτι δὲν συμφέρει καὶ στοὺς μὴ Ὀρθοδόξους νὰ παραιτηθοῦμε ἐμεῖς ἀπὸ τὴν Ὀρθοδοξία μας. Ὅσο ὑπάρχει ἡ Ὀρθοδοξία, σῴζεται ἡ ἀκαινοτόμητος εὐαγγελικὴ πίστις, ἡ «ἅπαξ παραδοθεῖσα τοῖς Ἁγίοις» [34]. Ὑπάρχει ζωντανὴ ἢ μαρτυρία τῆς πραγματικῆς κοινωνίας τοῦ Θεοῦ μὲ τὸν ἄνθρωπο· ἡ ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας ὡς θεανθρωπίνης κοινωνίας. Ἔτσι ἀκόμη καὶ οἱ ἑτερόδοξοι ποὺ τὴν ἔχασαν, γνωρίζουν ὅτι κάπου ὑπάρχει. Ἐλπίζουν. Ἴσως κάποτε τὴν ἀναζητήσουν μεμονωμένα ἢ συλλογικά. Θὰ τὴν βροῦν καὶ θὰ ἀναπαυθοῦν. Ἂς κρατήσουμε αὐτὴν τὴν ἁγία πίστι ὄχι μόνο γιὰ μᾶς ἀλλὰ καὶ γιὰ ὅλους τοὺς ἀδελφοὺς ἑτεροδόξους καὶ γιὰ ὅλο τὸν κόσμο. Ἡ θεωρία περὶ δυὸ πνευμόνων, διὰ τῶν ὁποίων ἀναπνέει ἡ Ἐκκλησία, δηλαδὴ τοῦ Παπισμοῦ καὶ τῆς Ὀρθοδοξίας, δὲν μπορεῖ νὰ γίνῃ δεκτὴ ἀπὸ Ὀρθοδόξου πλευρᾶς, διότι ὁ ἕνας πνεύμων (ὁ Παπισμός) δὲν ὀρθοδοξεῖ καὶ τὸ γὲ νῦν ἔχον νοσεῖ ἀνιάτως.
Εὐχαριστοῦμε τὴν Παναγία καὶ Ζωαρχικὴ Τριάδα γιὰ τὸ μεγάλο δῶρο Της, τὴν ἁγία Ὀρθόδοξο Πίστι μας καὶ γιὰ τοὺς εὐσεβεῖς προγόνους, διδασκάλους, ἱερεῖς καὶ ἀρχιερεῖς καὶ πνευματικούς μας πατέρας, ποὺ μᾶς ἐδίδαξαν καὶ παρέδωσαν αὐτὴν τὴν ἁγία Πίστι.
Ὁμολογοῦμε, ὅτι δὲν θὰ ἀναπαυόμασταν σὲ μία Ἐκκλησία ποὺ ἐν πολλοῖς ὑποκαθιστᾷ τὸν Θεάνθρωπο Χριστὸ μὲ τὸν «ἀλάθητο» ἄνθρωπο «πάπα» ἢ «προτεστάντη».
Πιστεύουμε ὅτι ἡ Ἐκκλησία μας εἶναι ἡ Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ποὺ ἔχει τὸ πλήρωμα τῆς Ἀληθείας καὶ τῆς Χάριτος. Λυπούμεθα, γιατὶ οἱ ἑτερόδοξοι Χριστιανοὶ δὲν ἠμποροῦν νὰ χαροῦν αὐτὸ τὸ πλήρωμα, καὶ μάλιστα κάποτε προσπαθοῦν καὶ νὰ παρασύρουν καὶ προσηλυτίσουν τοὺς Ὀρθοδόξους στὶς κοινότητές τους, ὅπου μόνον μία μερική, ἀποσπασματικὴ καὶ διαστρεβλωμένη ἄποψι τῆς ἀληθείας ἔχουν. Ἐκτιμοῦμε τὴν ὅση ἀγάπη ἔχουν γιὰ τὸν Χριστὸ καὶ ὅσα καλὰ ἔργα κάνουν, ἀλλὰ δὲν ἠμποροῦμε νὰ δεχθοῦμε ὅτι ἡ ἑρμηνεία ποὺ δίδουν στὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ εἶναι σύμφωνη μὲ τὴν διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ, τῶν ἁγίων Ἀποστόλων, τῶν ἁγίων Πατέρων καὶ τῶν ἁγίων Τοπικῶν καὶ Οἰκουμενικῶν Συνόδων.
Προσευχόμεθα ὁ ἀρχιποίμην Χριστός, ὁ μόνος ἀλάθητος Ἀρχηγὸς καὶ Κεφαλὴ τῆς Ἐκκλησίας, ἐκείνους μὲν νὰ ὁδηγήσῃ στὴν Ἁγία Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία, ποὺ εἶναι τὸ πατρικό τους σπίτι, ἀπὸ τὸ ὁποῖο κάποτε ἀπεσκίρτησαν, ἐμᾶς δὲ τοὺς Ὀρθοδόξους νὰ φωτίσῃ, ὥστε νὰ παραμείνουμε ἄχρι θανάτου πιστοὶ στὴν ἁγία καὶ ἀκαινοτόμητο Πίστι μας, ὅλο καὶ περισσότερο στερεούμενοι καὶ ἐμβαθύνοντες σ᾿ αὐτήν, «μέχρι καταντήσωμεν οἱ πάντες εἰς τὴν ἑνότητα τῆς πίστεως καὶ τῆς ἐπιγνώσεως τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, εἰς ἄνδρα τέλειον, εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ» [35]. Ἀμήν.
ΠΑΡΑΠΟΜΠΑΙ:
[1] Dimitru Staniloae, Γιὰ ἕνα Ὀρθόδοξο Οἰκουμενισμό, ἔκδ. ΑΘΩΣ, Πειραιεὺς 1976, σελ. 19-20.
[2] Πράξ. κ´ 28.
[3] Migne, PL 217, 665ΑΒ. Βλ. καὶ Ἀρχιμ. Σπ. Μπιλάλη, Ὀρθοδοξία καὶ Παπισμός, Ἔκδ. Ἀδελφ. «Εὐνίκη», Ἀθῆναι 1988, σελ. 155.
[4] Μάρκ. ιβ´ 17.
[5] Πηδάλιον, ἔκδ. Β. Ρηγοπούλου, Θεσ/νίκη 1982, σελ. 109.
[6] Ματθ. δ´ 10.
[7] Μ. Φωτίου, Ἐπιστολὴ 1, 13, 16, PG 102, 728D, 729Α.
[8] Βλαδιμ. Λόσκι, Κατ᾿ εἰκόνα καὶ καθ᾿ ὁμοίωσιν Θεοῦ, ἔκδ. Β. Ρηγοπούλου, Θεσ/νίκη 1974, σελ. 72.
[9] Ἔνθ ἀνωτ., σελ. 78.
[10] Ἔνθ᾿ ἀνωτ., σελ. 80.
[11] Βλ. τεῦχος ΕΠΕΣΚΕΨΑΤΟ ΗΜΑΣ (Πατριαρχικαὶ ἐπισκέψεις εἰς τὴν συμβασιλεύουσαν, 1997-1999-2000), ἔκδ. Ἱ. Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης, Θεσ/νίκη 2000.
[12] Ἁγίου Γρηγορίου Θεολόγου, Εἰς τοὺς ἀπ᾿ Αἰγύπτου ἐπιδημήσαντας, ΕΠΕ, Θέσ/νίκη 1985, τόμ. 2, § 12, σελ. 142.
[13] Ἁγ. Μάρκου Ἐφέσου τοῦ Εὐγενικοῦ, Ἐγκύκλιος «Τοῖς ἁπανταχοῦ τῆς γῆς καὶ τῶν νήσων εὑρισκομένοις Ὀρθοδόξοις Χριστιανοῖς», ἐν Ἰῳ. Καρμίρη, Τὰ δογματικὰ καὶ Συμβολικὰ μνημεῖα τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας, Ἐν Ἀθήναις 1960, τόμ. 1, σελ. 428.
[14] Ὀψόμεθα τὸν Θεὸν καθώς ἐστι, Γέρων Σιλουανός, Περὶ προσευχῆς, κ.ἄ. [15] Ἁγίου Φωτίου, «Ἐγκύκλιος Ἐπιστολὴ πρὸς τοὺς τῆς Ἀνατολῆς ἀρχιερατικοὺς θρόνους», ἐν Ἰω. Καρμίρη, Τὰ δογματικά…, ἔνθ. ἀνωτ., τ. 1, σελ. 323, § 9.
[16] Ἔνθ᾿ ἀνωτ., σελ. 324, § 11.
[17] Οἱ Ρωμαιοκαθολικοὶ ὡς γνωστὸν δὲν παρέμειναν στὴν 7η Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ἀλλὰ συνεκάλεσαν ἄλλες δεκατρεῖς. Αὐτὲς αἱ σύνοδοι σήμερα εἶναι γι᾿ αὐτοὺς μεγάλη τροχοπέδη, διότι, ἂν καὶ θὰ ἤθελαν νὰ ὑπερβοῦν τὸν σχολαστικισμὸ καὶ τὸ δικανικὸ πνεῦμα, δὲν μποροῦν, ἐπειδὴ εἶναι δεσμευμένοι ἀπὸ τὶς ἀποφάσεις αὐτῶν τῶν συνόδων. Στὸ συμπέρασμα αὐτὸ καταλήγει ὁ μελετητὴς τῆς «Κατηχήσεως τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας», ποὺ εἶναι ἡ τελευταία ἐπίσημη κατήχησις μετὰ τὴν Β´ Σύνοδο τοῦ Βατικανοῦ καὶ ἀπηχεῖ τὸ πνεῦμα της.
[18] Β´ Σύνοδος Βατικανοῦ, LUMEN GENTIUM (Δογματικὴ διάταξη Περὶ Ἐκκλησίας), Γραφεῖον καλοῦ τύπου, 1964, σελ. 44, 45.
[19] Κατήχηση τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας, Βατικανό, ἔκδ. Κάκτος, Ἀθήναι 1996, § 816, σελ. 271.
[20] Ἔνθ᾿ ἀνωτ., § 884, σελ. 293.
[21] Ἔνθ᾿ ἀνωτ., § 891, σελ. 295.
[22] Ἔνθ᾿ ἀνωτ., § 1559, σελ. 488.
[23] Ἔνθ᾿ ἀνωτ., σελ. 16.
[24] Τhe Documents of Vatican – New York 1966, σελ. 48. (Μετάφρασις δική μας)
[25] Ἀρχιμ. Ἰουστίνου Πόποβιτς, Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καὶ Οἰκουμενισμός, ἔκδ. Ι. Μονῆς Ἀρχαγγέλων Τσέλιε, Βάλιεβο Σερβίας, σελ. 212.
[26] Ἰω. Καρμίρη, Δογματικὰ καὶ συμβολικὰ μνημεῖα, τ. Β´, Ἀθήναι 1953, σελ. 560.
[27] Ἔνθ᾿ ἀνωτ., σελ. 752.
[28] Ἔνθ᾿ ἀνωτ., σελ. 941.
[29] Ἔνθ᾿ ἀνωτ., σελ. 942.
[30] Ἰωάννου Παναγοπούλου, Τὸ Βατικανὸ καὶ ἡ Ἕνωση τῶν Χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν, ἐφημερὶς ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, Κυριακὴ 30 Ἰουλίου 1995.
[31] Ἐκτενέστερα ἀναφέρεται στὶς διαφορὲς αὐτὲς ὁ Σέβ. Μητροπολίτης Ναυπάκτου κ. Ἱερόθεος, Ἐνιαύσιο 2001, ἔκδ. Ἱ. Μητροπόλεως Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου, σελ. 199.
[32] Ἁγίου Νεκταρίου, Αἱ Οἰκουμενικαὶ Σύνοδοι, ἔκδ. Β. Ρηγοπούλου, Θέσ/νίκη 1972, σελ. 73.
[33] Λουκ. ιη´ 27.
[34] Πρβλ. Ἰούδα, 3.
[35] Ἐφεσ. δ´ 13.
24 Μαρτίου 2006. Κυκλοφορεῖ ἀπό: Ἐκδ. Ἀθ. Σταμούλης, 2006 Προέλευση κειμένου www.alopsis.gr

